περίρραν'

περίρραν'
περίρρᾱναι , περιρραίνω
besprinkle
aor imperat mid 2nd sg (epic doric aeolic)
περίρρᾱνα , περιρραίνω
besprinkle
aor ind act 1st sg (epic doric aeolic)
περίρρᾱνε , περιρραίνω
besprinkle
aor ind act 3rd sg (epic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • -τήριο — τήριον, ΝΜΑ παραγωγική κατάληξη ουδετέρων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, η οποία απαντούσε αρχικά σε ουσιαστικά, παράγωγα τών αρσενικών τού δράστη ενέργειας σε τήρ* (ανάλογος είναι και ο σχηματισμός τών επιθέτων σε τήριος, ενώ και ορισμένα ουσ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”